Σφάζονται όλοι στην ποδιά της!
Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα χωριό
της Ηλείας, ζούσε μια, απείρου κάλους,
πλούσια χωριατοπούλα, την οποία ο Θεός
την είχε προικίσει με όλα τα καλά και η
οποία φορούσε καθημερινά την μπλε ποδιά
της και ροβόλαγε για το ποτάμι, προκειμένου
να κάνει, την καθημερινή της μπουγάδα.
Η ποδιά της, ήταν κεντημένη στο χέρι
και, φημολογείται, ότι όποιος την έβλεπε,
μαγευόταν και ωσάν μεθυσμένος, ήθελε
να την αποκτήσει (μαζί με το περιεχόμενό
της -φυσικά). Κάθε μέρα, όλα τα χωριατόπουλα,
μαζεύονταν, στο στενό δρομάκι που ήταν
το μόνο που οδηγούσε στο ποτάμι, από
πρωίας, και περίμεναν την όμορφη
χωριατοπούλα να φανεί.
Ήλπιζαν να την
προϋπαντήσουν και αποζητούσαν, μια μόνο
ματιά της. Βλέπεται, τότε, οι εποχές, δεν
επέτρεπαν, στ’ αγόρια να ελπίζουν σε
κάτι περισσότερο. Πολλοί ήταν αυτοί που
τη θέλησαν.
Πολλοί σφάχτηκαν στην ποδιά
της. Ένας όμως μόνο, ο πιο πολυμήχανος
και ο πιο έξυπνος, ήταν αυτός που την
κέρδισε. Προσοχή, δεν είπαμε ο πιο
όμορφος. Θέλετε να μάθετε ποιος ήταν
αυτός;
Ήταν ένα παλικάρι, ψηλό, αλλά
μέτριας ομορφιάς, το οποίο όμως αποφάσισε
να της αφιερώσει χρόνο και το οποίο κάθε
μέρα, πήγαινε και της άφηνε λουλούδια,
επάνω στην πέτρα που είχε διαλέξει για
να ξαποστάσει, όταν η ζέστη και η κούραση,
την ανάγκαζαν να σταματήσει προσωρινά
τη μπουγάδα της.
Το παλικάρι λοιπόν
αυτό, αντί να τρέχει να την προϋπαντήσει,
της έδειξε, ότι έψαξε και έμαθε τη ρουτίνα
της και τη συγκεκριμένη ώρα, το λουλούδι
ήταν πάντα εκεί και την περίμενε.
Δεν
έχει καμία σημασία, το είδος του
λουλουδιού. Εξάλλου μιλάμε για εποχές,
που τα χρήματα ήτο μετρημένα. Έτσι, ο
νέος αυτός, μέρα με τη μέρα, άρχισε να
κερδίζει έδαφος, στην καρδιά της
χωριατοπούλας μας.
Και όταν τελικά,
εμφανίστηκε με μια μεγάλη ανθοδέσμη,
στο σπίτι της, δεν μπορούσε, παρά, εκτός
από την καρδιά της, να του δώσει και το
χέρι της.
Τα χρόνια πέρασαν και η χωριατοπούλα,
δε ζει πλέον ανάμεσά μας.
Το ηθικό όμως δίδαγμα παραμένει. Γιατί
οι λαϊκές ρήσεις, υπάρχουν για κάποιον
λόγο. Το ηθικό δίδαγμα, είναι, το ίδιο
με το δίδαγμα του παραμυθιού που μας
έλεγαν όταν είμαστε παιδιά, αυτού με το
λαγό και τη χελώνα. Ότι ο επιμένων νικά.
Όχι ο πιο γρήγορος, ή ο πιο όμορφος, ή ο
πιο έξυπνος, ή ο αρχηγός μιας ομάδας,
αλλά ο πιο μεθοδικός και αυτός που έχει
στόχους, τους οποίους τους ακολουθεί
απαρέγκλιτα.
Όχι αυτός που θα πατήσει
επί πτωμάτων, αλλά αυτός που θα προχωρήσει
με το κεφάλι ψηλά, καθαρός, χωρίς δεύτερες
σκέψεις ή τρίτες – τέταρτες κατευθυντήριες
οδηγίες.
Γιατί τι θα γίνει, όταν οι οδηγοί
μας, δεν είναι ποιά εκεί να μας κατευθύνουν;
Απλά θα χαθούμε, όπως τα κυνηγόσκυλα,
χάνονται, όταν χάνουν τη μυρωδιά του
φυράματος τους.
Έως και σήμερα, την μπλε ποδιά της,
διαδέχτηκαν άλλες μπλε. Δεν ήταν ποδιές
φυσικά, αλλά ήταν σημαίες, παντιέρες,
κ.ο.κ. μπλε χρώματος και αποχρώσεως.
Όλοι, ακόμη, σφάζονται για την μπλε
ομορφιά της, για το μπλε των ματιών της
που θυμίζει θάλασσα, για το μπλε που
συμβολίζει, αυτή τη στιγμή, την εξουσία
και τη νίκη (ωσάν το ήμισυ του ονόματός
μου!).
Σήμερα, καθότι μου αρέσει να διαβάζω
(η “διαστροφή” του επαγγέλματός του,
γαρ), διαβάζω, πολλούς, οι οποίοι
ξεμυαλισμένοι από την αισθαντικότητα
της μπλε αποχρώσεώς της και του αρώματος
εξουσίας που εκπροσωπεί, θεωρούν ότι η
μπλε ποδιά της, είναι μόνο γι’ αυτούς.
Θεωρούν, πως μόνο αυτοί, μπορούν να την
διεκδικήσουν.
Πιστεύουν, ότι μπορούν
να μιλήσουν επ’ ονόματός της και να
χρησιμοποιήσουν το κύρος της, για να
προτάξουν θέσεις, φίλους, άτομα του
κύκλου τους και εν γένει πιστεύουν ότι
επ’ονόματί της, μπορούν, χωρίς κανένα
όνειδος, να χρήσουν ή να χρηστούν
άρχοντες.
Πιστεύουν, ωσάν μικρά κουταβάκια
που ακόμη δεν έχουν ανοίξει τα μάτια
τους στον κόσμο και τρεκλίζουν να σταθούν
στα μικρά τους ποδαράκια, πως μόνο αυτοί
έχουν δικαίωμα στην ομορφιά της και
μόνο αυτοί δικαιούνται να διεκδικήσουν
και να δράξουν τους καρπούς της.
Θα τους θυμίσω λοιπόν, το λαϊκό ρητό
που έλεγε (και ας μου επιτραπεί η έκφραση,
στον γραπτό μου λόγο και “ποιητική
αδεία” όπως μας μάθαιναν άλλοτε σε ένα
σχολείο της Αμαλιάδας που φοιτούσα)
“πίσω έχει η αχλάδα την ουρά”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου